Life as a Game of Gods

“Η ζωή ως παιχνίδι των θεών (Πλωτίνος, Ἐννεάδες ΙΙΙ 2.15)”, Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση, τόμος 20, τεύχος 58, Ιανουάριος 2003, 5-15.

Περίληψη

Στη μελέτη αυτή εξετάζεται κατά ενορατικό και συγκριτικό τρόπο το φιλοσοφικό θέμα της Αρχαιότητας που βασίζεται στην παρομοίωση ολόκληρης της ανθρώπινης ζωής με θεατρικό δράμα, ενός έργου που ελέγχεται από τους θεούς, οι οποίοι παίζουν με τις ανθρώπινες ζωές, όπως παίζουν τα παιδιά με τις κούκλες τους. Από τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα έως τους Στωικούς, τους Νεοπλατωνικούς, τους Χριστιανούς, τους Άραβες και τους νεώτερους Δυτικούς συγγραφείς, το θέμα αυτό διατρέχει τη γραμματεία. Η κύρια ερμηνευτική προσέγγιση αφορμάται από τις «πνευματικές ασκήσεις» του Πιερ Αντό και την έννοια του «φόβου της ελευθερίας» που ο Έρικ Ρόμπερτσον Ντοντς δανείστηκε από τον Έριχ Φρομ, για να εξηγήσει την υποτίμηση του υλικού κόσμου κατά την Ύστερη Αρχαιότητα. Ακόμα, η αρχαία εμπειρία συγκρίνεται με την πρωτοκαθεδρία της vita contemplativa που η Χάνα Αρέντ αναγνώρισε στην Αρχαιότητα και στον Μεσαίωνα, σε αντίθεση με την πράξη (vita activa) και το παιχνίδι της Νεώτερης Εποχής (Γιόχαν Χουιζίνγκα, Κώστας Αξελός). Ακόμα γίνεται αναφορά στην a priori υπερβατική ελευθερία του Αγαθού κατά τον Ιμμάνουελ Καντ και τονίζεται ότι η ψυχή μας δεν εθεωρείτο κάτι το σταθερό, όπου εγγράφονται βιώματα και εκκεντρίζεται η εμπειρία, αλλά μάλλον ως μία ταξιδιάρικη οντότητα. Επίσης, η ιδέα της πρόσδεσης του κόσμου και της ανθρώπινης ζωής από τον απόλυτο έλεγχο των θεών απασχόλησε τον Εβραίο φιλόσοφο Σολομόν μπεν Γεχούντ Ιμπν Γκεμπιρόλ, ο οποίος τάχθηκε στο πλευρό της θεωρίας της «περιπτωσιαρχίας», αλλά και νεώτερους φιλοσόφους, όπως ο Νικολά Μαλμπράνς, ο Ρενέ Ντεκάρτ, ο Μπαρούχ Σπινόζα και ο Άρνολντ Γκένλιξ, γνωρίζοντας άλλοτε ανυψώσεις και άλλοτε βαθιές αναιρέσεις, όπως από τον Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς. Από ανατολικούς στοχαστές αντιμετωπίστηκε μέσα από το πρίσμα του φαταλισμού, όπως από εκείνη τη μουσουλμανική αίρεση που αναφέρει ο Θωμάς Ακινάτης, τους Μουτακαλλιμούν, οι οποίοι πίστευαν στην πλήρη αδράνεια του ανθρώπου έναντι της θείας ενεργητικότητας. Ο ίδιος ο Ιερός Αυγουστίνος διακήρυξε πως η «ζωή δεν είναι παρά η κωμωδία του ανθρώπινου γένους». Ακόμα ολόκληρο το έργο του Γρηγορίου Νύσσης διαπερνάται από την βαθιά αίσθηση ότι ο κόσμος που αντιλαμβανόμαστε δεν είναι πραγματικός. Σύμφωνα με τον Μάξιμο Ομολογητή, πρέπει να βιώσουμε το σφράγισμα όλων των αισθήσεων, ώστε να θεαθούμε τους «νοητούς λόγους». Mια εικόνα όπως αυτή του κοσμικού δράματος ως θεϊκού παιγνίου καθόρισε τη φιλοσοφική στάση απαξίωσης συνήθως απέναντι στον υλικό κόσμο. Στην εποχή του τέλους του Παγανισμού και της αρχής του Χριστιανισμού, η ζωή παρομοιαζόταν με θέατρο και οι άνθρωποι που συμμετείχαν σε αυτήν έμοιαζαν με μαριονέτες των θεών. Οι άνθρωποι θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως ανδρείκελα που όμως χάρη στις πνευματικές ασκήσεις σοφών, όπως ήταν ο Πλωτίνος, κατάφερναν να ανακαλύψουν έναν προορισμό και ένα νόημα στη ζωή τους. Έβρισκαν ένα στήριγμα θεόθεν, όταν ο κόσμος γύρω τους κατέρρεε. Το μεταφυσικό στήριγμα και η απαξίωση του υλικού κόσμου λοιπόν αποτελούν μία μορφή νεύρωσης, όπως θα ήθελε ο Ντοντς και η μοντέρνα ψυχαναλυτική σχολή; Ή πρόκειται απλώς για μία αντιστροφή των επιπέδων ύπαρξης και μία αντίστροφη αξιολόγησή τους; Ίσως τελικά να είναι θέμα ιδιοσυγκρασίας που δεν στηρίζεται απαραίτητα στη θεωρητική τοποθέτηση. Η εργασία κλείνει με τη μπορχεσιανή υπόθεση, ότι πιθανόν να είμαστε το όνειρο κάποιου θεού, ο οποίος μας ονειρεύεται όλους, και αυτός ίσως είναι το όνειρο κάποιου άλλου θεού, και έτσι πάει λέγοντας (ad infinitum).