Plotinus and Maximus the Confessor

“The Pair Movement-Rest in Plotinus and Maximus the Confessor”, THEANDROS. An Online Journal of Orthodox Christian Theology and Philosophy, Volume 3, number 2, Winter 2005/2006.

Abstract

In this short text we compare the neoplatonic system in its dynamic form – which for the Christians thinkers as Maximus the Confessor was not enough intense – with the Christian notion of movement. Maximus broke the cyclic pair of neoplatonic movement-rest, speaking for a movable and social God. As the source of love and energy, God tends towards the beings of the sensible world in the frame of His economic project for them. In general, we can see the maximian philosophy on movement in relation on the one side with Parmenides, Plato and Origen, who attributed the immobility to the real being, considering movement as a fall, and on the other with Heraclitus, who believed that everything is in motion. Maximus connected the immobility of the uncreated reality with the movement of the created, in the aristotelian sense of the “immovable mover”. But surpassed Aristotle and attributed movement to the divine nature of Christ and in general to Divinity. Every being in this world and in the world beyond has movement. Maximus makes the use of the super-names for God, taking from the neoplatonism both the superlative and the apophatic way of thinking. God is over our definitions of Him and so He is unlimited; but at the most desirable end, in the ascend towards Him, we cannot loose ourselves, because movement never stops. At the most desirable end, we have progress and movement, but inside identity (Progressus in idem).

Keywords: neoplatonism, Maximus the Confessor, movement, rest, sociability, God, Plotinus, Aristotle, apophaticism 

 

 ΠΕΡΙΛΗΨΗ

«Το ζεύγος κίνηση – στάση κατά τον Πλωτίνο και τον Μάξιμο Ομολογητή»

Θα ήταν χρήσιμο να συγκριθούν το νεοπλατωνικό σύστημα στη δυναμική του μορφή – το οποίο για τους Χριστιανούς στοχαστές όπως ο Μάξιμος ο Ομολογητής δεν ήταν αρκετά έντονο – με τη χριστιανική έννοια της κινήσεως. Ο Μάξιμος αρνήθηκε το κυκλικό ζεύγος της νεοπλατωνικής κινήσεως-στάσεως, μιλώντας για έναν κινητικό και κοινωνικό Θεό. Αποτελώντας την πηγή της αγάπης και της ενέργειας, ο Θεός στρέφεται προς τα όντα του αισθητού κόσμου μέσα στο πλαίσιο του σχεδίου της Οικονομίας του για αυτά. Εν γένει μπορούμε να δούμε τη μαξιμική φιλοσοφία για την κίνηση σε σχέση με το έργο του Παρμενίδη, του Πλάτωνα και του Ωριγένη, οι οποίοι απέδωσαν την αθανασία στο αληθινό ον, θεωρώντας την κίνηση ως μία πτώση, αλλά και σε σχέση με την άποψη του Ηρακλείτου, ο οποίος πρέσβευε ότι τα πάντα βρίσκονται σε κίνηση. Ο Μάξιμος συνέδεσε την ακινησία της άκτιστης πραγματικότητας με την κίνηση της κτιστής, με την αριστοτελική έννοια του «ακίνητου κινούντος». Αλλά υπερέβη τον Αριστοτέλη και απέδωσε κίνηση στη θεϊκή φύση του Χριστού και εν γένει στη Θεότητα. Κάθε ον σε αυτόν τον κόσμο και στον κόσμο του Επέκεινα χαρακτηρίζεται από κίνηση. Ο Μάξιμος χρησιμοποιεί τα υπερθετικά ονόματα για τον Θεό και τον αποφατικό τρόπο του σκέπτεσθαι, αντλώντας από το Νεοπλατωνισμό. Ο Θεός είναι πάνω από τους ορισμούς μας για Εκείνον και έτσι Εκείνος είναι απεριόριστος· αλλά κατά την εκπλήρωση του περισσότερου ποθητού στόχου, κατά την άνοδο σε Εκείνον, δεν μπορούμε να χάσουμε τους εαυτούς μας, επειδή η κίνηση ποτέ δεν σταματά. Στο πιο ποθητό τέλος, έχουμε πρόοδο και κίνηση, αλλά εντός της ταυτότητας (progressus in idem).

Λέξεις κλειδιά: νεοπλατωνισμός, Μάξιμος ο Ομολογητής, κίνηση, στάση, κοινωνικότητα, Θεός, Πλωτίνος, Αριστοτέλης, αποφατισμός