Σκεπτόμουν εδώ και πολύ καιρό να γράψω ένα κείμενο για το έργο του Αθανάσιου Κίρχερ, του πολυμαθή Ιησουίτη, ο οποίος έζησε στη Ρώμη τον 17ο αιώνα. Για πρώτη φορά συνάντησα το όνομά του στο έργο του Ουμπέρτο Έκο, Το Εκκρεμές του Φουκώ, όπου ο Μπέλμπο αναφέρει τη συζήτησή του με τον ταριχευτή Σαλόν: «Πήρα την έμπνευσή μου από αυτό…». Μου έδειξε σ’ ένα άλλο τραπέζι έναν χοντρό τόμο μεγάλου σχήματος, δεμένο με παλιά περγαμηνή και δερμάτινο θηλύκωμα. «Μου κόστισε της Παναγιάς τα μάτια, δεν είμαι βιβλιόφιλος, αλλά αυτό ήθελα να το αποκτήσω. Είναι το Mundus Subterraneus του Αθανάσιου Κίρχερ, πρώτη έκδοση, 1665… ο καλός αυτός Ιησουίτης ήξερε τα πάντα για καθετί γνωστό, άγνωστο και ανύπαρκτο…».[1]
Το όνομα του Ιησουίτη μου καρφώθηκε στο μυαλό. Τώρα, είκοσι χρόνια σχεδόν μετά, έχω την εντύπωση ότι είμαι ο πρώτος που δημοσίευσε μία επιστημονική εργασία στα ελληνικά στο περιοδικό Ιστορικά Θέματα (τεύχος 122, Ιανουάριος 2013, 86-99) για το καθολικό αυτό πνεύμα. Ο αρχικός προσανατολισμός ήταν να εξετάσω όχι μόνο τις περίεργες και ευφάνταστες πληροφορίες που περιέχονται στους μεγάλου σχήματος και χοντρούς τόμους των ιδιόρρυθμων λατινικών του (τους οποίους τώρα έχει ψηφιοποιήσει η Google), αλλά να θίξω τα σημεία εκείνα του έργου του που αποτέλεσαν συμβολές στην επιστημονική έρευνα της εποχής του.
Θα επανέλθω με μία ακόμη εργασία σε ξένο περιοδικό, η οποία θα αναφέρεται σε ένα επιστημολογικό θέμα. Δυστυχώς ακόμη και σήμερα οι προκαταλήψεις για τον Αθανάσιο Κίρχερ δεν έχουν εκλείψει. Αν ενδιαφερθούμε κατεξοχήν για την ιστορικότητα και τον τρόπο πρόσληψης του έργου του από τους συγχρόνους του, τότε θα δούμε την αξία και τη σημασία που είχε για εκείνους και έτσι θα αποκτήσουμε καλύτερη σχέση μαζί του σήμερα. Νομίζω όμως ότι τίποτα δεν είναι βέβαιο εντός της ιστορικότητας. Ακόμη και η ζωή του πνεύματος δεν έχει νόμους. Αν δίνουμε νόημα στο έργο του Κίρχερ σήμερα, είναι γιατί από μία άποψη είναι πράγματι σύγχρονός μας και όχι μία μακρινή ανάμνηση και κάτι παρωχημένο. Όπως υποστήριξε ο Μπενεντέττο Κρότσε (Benedetto Croce): «όλη η ιστορία είναι ιστορία του παρόντος».[2] Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι το παρόν είναι αιώνιο ή ακίνητο. Φυσικά, ο Μεταμοντερνισμός έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επανανακάλυψή του. Θα μπορούσα να φανταστώ ότι αργότερα θα ξεχαστεί και πάλι, για να ανακαλυφτεί ξανά από κάποιους άλλους, μελλοντικούς ανθρώπους. Τότε όμως αυτοί θα ανακαλύψουν και πάλι τη δική μας εποχή ως προς το πώς είδε τον Κίρχερ, και για ποιο λόγο τον είχαν ξεχάσει όσοι έζησαν πριν από εμάς, και για ποιο λόγο οι σύγχρονοί του τον εκτιμούσαν… Η περίπτωση του Κίρχερ θα ήταν τότε ένα καλό παράδειγμα για να φανεί ότι η ιστορία δεν κινείται, ούτε κυκλικά, ούτε γραμμικά. Είναι σαν την κίνηση του πιονιού του ίππου στο σκάκι, έλεγε ο αείμνηστος Κλωντ Λέβυ-Στρως (Claude Lévi-Strauss),[3] ή μάλλον εδώ πρόκειται για μία σπειροειδή κίνηση.
Ήξερε ο περίεργος Ιησουίτης άραγε τι έγραφε; Τουλάχιστον ακολουθούσε τις επιταγές της καρδιάς του. Από ό,τι φαίνεται αυτή η καρδιά δεν έπαψε τελείως να χτυπά, όταν ενταφιάστηκε στην εκκλησία που ανακάλυψε ο ίδιος, ισχυριζόμενος ότι την είχε κτίσει ο Μέγας Κωνσταντίνος προς τιμή του Αγίου Ευσταθίου (μόνο η καρδιά του, ενώ το σώμα του ενταφιάστηκε στην εκκλησία του Τζεζού). Χτυπούσε πολύ δυνατά και οι παλμοί της άφησαν την απήχησή τους στον κόσμο. Η μεταφορά αυτή έχει ιδαίτερη σημασία, αν δεχτούμε τη μαγνητική φιλοσοφία του, που επηρεάστηκε από το Νεοπλατωνισμό, και τη θεωρία της φύσης και της ιστορίας εντός της ως ένα έμψυχο, ζωντανό και παλλόμενο όλον.
[1] Umberto Eco, Il Pendolo di Foucault. Bompiani, Milano 1988, 467.
[2] Benedetto Croce, Teoria e storia della storiografia. Giuseppe Laterza & figli, Bari 1920, 4-5.
[3] Claude Lévi-Strauss, Race et Histoire. Denoël, Paris 1987 (1952), 38.